- προχειρίζω
- προχειρ-ίζω,A make πρόχειρος, deliver up, -κεχειρικέναι τινὰ ἐπὶ τὸ (fort. τῷ)
τὴν τιμωρίαν δοῦναι Din.3.14
:—[voice] Pass., mostly in part., taken in hand, undertaken,τὸν προκεχειρις μένον λόγον Pl.Lg.643a
;προκεχειρισμένα καὶ ἑτοῖμα ἀγαθά D.7.33
.2 produce, ὡς ἴδια αὐτοὶ ἀφ' ἑαυτῶν π. Iamb.Comm.Math. 11.II more freq. in [voice] Med. προχειρίζομαι, [tense] fut.-χειριοῦμαι Ar.Ec. 729
:—make ready for oneself, mobilize, προχειριοῦμαι κἀξετάσω τὴν οὐσίαν Ar.l.c.; δύναμιν, στρατόπεδα, D.4.19, Plb.1.16.2, 3.107.10;ἐσθῆτα Luc.Merc.Cond.14
;τὴν μαλάχην Id.VH2.46
; τὰς ῥήσεις, τοὺς λογισμούς, Plu.2.396c,813d;βιβλίον Gal.6.555
.2 choose, select,δημαγωγούς Isoc.8.122
;τοὺς τὴν πίστιν . . τηρήσοντας OGI339.46
(Sestos, ii B.C.);γραμματέα κοινὸν ἐκ περιόδου Plb.2.43.1
, cf. LXXJo. 3.12, al.;τινὰ ἐπί τι D.25.13
;ἐπί τινι Plu.Caes.58
;πρός τι τοὺς ἐπιτηδείους Plb.3.44.4
; appoint,τινὰ δικτάτορα D.C.54.1
, cf. IG22.1110.14:—[voice] Pass.,-ισθεὶς . . ἀγωνοθέτης OGI268.4
(Nacrasa, iii B.C.), cf. LXXDa.3.22, Plb.3.106.2, D.H.4.27, D.C.58.20;ὑπὸ τοῦ βασιλέως Str.2.3.4
, cf. Wilcken Chr.12.13 (i B.C.);-ισθεὶς θεωρός PCair.Zen. 341
(a).25 (iii B.C.), cf. 42.3 (iii B.C.);ὑπὸ τῶν πολιτῶν ἐπὶ τὴν στρατηγίαν D.S.16.66
, cf. BMus.Inscr.1044 ([place name] Attaleia), PTeb.27.22 (ii B.C.), etc.b allot, assign, in [voice] Pass.,διὰ τὸ -κεχειρίσθαι αὐτῷ τὴν γῆν PCair.Zen.132.3
(iii B.C.);τὰ Ποπλίῳ -κεχειρισμένα στρατόπεδα Plb. 3.40.14
;τὸν -κεχειρισμένον ὑμῖν Χριστὸν Ἰησοῦν Act.Ap.3.20
.3 prefer,οἱ Δημοσθένην -χειρισάμενοι D.H.Din.8
.4 c. inf., determine to do, Plb.3.40.2: c. acc. et inf., decide,τῆς πόλεως -κεχειρισμένης τὸν ἀγῶνα . . στεφανίτην εἶναι SIG457.14
(Thespiae, iii B.C.).5 discuss or examine,τὰς ἄλλας κατηγορίας Arist.Cat.10b19
;τὰς πάντων δόξας Id.Top.105a35
; alsoπ. περί τινος Id.Cael.271b25
, cf. Ph. 200b23; περὶ ἕκαστον γένος (v.l. ἑκάστου γένους) Id.Mete.378b6.6 ἐπὶ πραδείγματος π. propose by way of example, Id.Pr.953a33:— [voice] Pass., Id.Cat.2a36;ὁ περὶ τῶν -χειρισθέντων λόγος Phld.D.3.14
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.